1. Λυκαβηττού 2, Κολωνάκι
2. Ακαδημίας 28, Κολωνάκι
210 36 41 214 - 210 36 46 874
   EN

main image

Προσφυγή κατά της Απαλλαγής του Πτωχού – Ορισμένες Σκέψεις με Βάση τις Πρώτες Αποφάσεις των Δικαστηρίων


Προσφυγή κατά της Απαλλαγής του Πτωχού

Legal insight

Απρίλιος 2024

Γιώργος Κεφαλάς, L.LM. mult., M.Sc.

Περίληψη: Η πιο σημαντική καινοτομία του νέου πτωχευτικού δικαίου κατά τον ν. 4738/2020 είναι η αυτόματη απαλλαγή του πτωχού από τα χρέη του με μόνη την παρέλευση του οριζόμενου χρονικού διαστήματος (τριετίας ή κατά περίπτωση ενός έτους από την κήρυξη της πτώχευσης ή την καταχώριση στο Μητρώο Φερεγγυότητας). Η αυτόματη αυτή απαλλαγή μπορεί να εμποδιστεί σε περίπτωση που πρόσωπο που δικαιολογεί σχετικό έννομο συμφέρον (συνήθως πιστωτής) ασκήσει προσφυγή κατά της απαλλαγής. Στο παρόν άρθρο εξετάζουμε τις προϋποθέσεις μίας τέτοιας προσφυγής και παρουσιάζουμε ενδεικτικά τις λίγες περιπτώσεις που έχουν μέχρι σήμερα δημοσιευτεί σχετικά με το εν λόγω ζήτημα. 

1. Εισαγωγή

Ένας από τους βασικούς πυλώνες του νέου πτωχευτικού δικαίου (ν. 4738/2020 – Ρύθμιση οφειλών και παροχή δεύτερης ευκαιρίας και άλλες διατάξεις) είναι και η απαλλαγή των φυσικών προσώπων από τις οφειλές τους, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 192 επ. του ν. 4738/2020. Η απαλλαγή αυτή είναι επέρχεται καταρχάς αυτόματα με μόνη την παρέλευση του τασσόμενου στον νόμο χρονικού διαστήματος από την κήρυξη της πτώχευσης ή την καταχώριση στο Μητρώο Φερεγγυότητας της απόφασης που διατάσσει την εγγραφή του ονόματος του αιτούντος στο μητρώο (τρία χρόνια ή ένας χρόνος, εφόσον η περιουσία του οφειλέτη είναι μεγαλύτερη από 100.000,00 ευρώ και ανέρχεται τουλάχιστον σε ποσοστό 10% των οφειλών του, εφόσον υποβληθεί σχετική αίτηση από τον οφειλέτη), χωρίς να μεσολαβήσει άλλη δικαστική κρίση. Σκοπός δε της απαλλαγής και της παροχής δεύτερης ευκαιρίας είναι, αφενός, η έμπρακτη εκδήλωση της επιείκειας της έννομης τάξης προς τα υπερχρεωμένα πρόσωπα, αλλά και η εξυπηρέτηση της εθνικής οικονομίας, διευκολύνοντας την ανάληψη επιχειρηματικών κινδύνων και αποτρέποντας τα πρόσωπα αυτά να οδηγηθούν στην παραοικονομία προς βλάβη του κοινωνικού συνόλου. 

Ωστόσο, προβλέπεται επίσης στον νόμο η δυνατότητα άσκησης προσφυγής κατά της ως άνω απαλλαγής από οποιοδήποτε πρόσωπο έχει έννομο συμφέρον (λ.χ. πιστωτής, ο σύνδικος της πτώχευσης, ακόμη και ο Εισαγγελέας). Η προσφυγή ασκείται οποτεδήποτε εντός του διαστήματος έως την επέλευση της απαλλαγής. Στο παρόν άρθρο εξετάζουμε τους λόγους για τους οποίους δικαιολογείται προσφυγή κατά της απαλλαγής του πτωχού, ενώ παράλληλα εξετάζουμε τις αποφάσεις των δικαστηρίων που έχουν μέχρι σήμερα εκδοθεί αναφορικά με το ζήτημα αυτό. 

2. Οι λόγοι της προσφυγής κατά της απαλλαγής

Οι λόγοι που δικαιολογούν την άσκηση προσφυγής κατά της απαλλαγής παρατίθενται στην παρ. 1 του άρθρου 193 του ν. 4738/2020 και είναι οι ακόλουθοι:

α) Η αδυναμία εκπλήρωσης των υποχρεώσεων του οφειλέτη οφείλεται σε δόλιες ενέργειες του τελευταίου. 

β) Ο οφειλέτης δεν επέδειξε καλή πίστη είτε κατά την κήρυξη της πτώχευσης είτε κατά τη διάρκειά της.

γ) Ο οφειλέτης δεν υπήρξε συνεργάσιμος με τα όργανα της πτώχευσης.

δ) Ο οφειλέτης έχει δολίως αποκρύψει εισοδήματα ή περιουσιακά στοιχεία κατά τη διάρκεια της πτώχευσης. 

ε) Εκκρεμεί ποινική δίωξη κατά του οφειλέτη για πτωχευτικά αδικήματα ή για τα αδικήματα της κλοπής, απάτης, υπεξαίρεσης, καταδολίευσης δανειστών, ή πλαστογραφίας σε βαθμό κακουργήματος. 

στ) Ο οφειλέτης έχει καταδικαστεί για ένα από τα ως άνω αδικήματα. 

Από τις ως άνω περιπτώσεις, ορισμένες είναι σαφείς και δεν επιδέχονται περισσότερες ερμηνείες. Έτσι, λ.χ. στις περιπτώσεις ε’ και στ’, εφόσον προκύπτει η άσκησης ποινικής δίωξης ή η έκδοση καταδικαστικής απόφασης για μία από τις αναφερόμενες στις περιπτώσεις αυτές πράξεις, τότε η αυτόματη απαλλαγή του οφειλέτη παρεμποδίζεται. Επίσης, σαφής φαίνεται και η περίπτωση δ’ της ως άνω διάταξης, οπότε αν ο προσφεύγων αποδείξει ότι ο οφειλέτης απέκρυψε εισοδήματα ή περιουσιακά στοιχεία, ομοίως θα παρεμποδίζεται η απαλλαγή του. Ωστόσο, και στην περίπτωση αυτή, αν λ.χ. έχουν αποκρυβεί περιουσιακά στοιχεία πολύ μικρής αξίας, ίσως το δικαστήριο, βάσει και του σκοπού του θεσμού της απαλλαγής, απορρίψει την προσφυγή και κρίνει υπέρ της απαλλαγής του οφειλέτη. 

Αντίθετα, οι περιπτώσεις α’ έως γ’ ενέχουν μεγαλύτερη αοριστία. Είναι δεδομένο, πάντως, ότι στις περιπτώσεις β’ και γ’, κρίσιμη θα είναι η έκθεση του εισηγητή, καθώς και η γνώμη του συνδίκου της πτώχευσης, τα οποία λαμβάνει υπόψη του το δικαστήριο σύμφωνα με την παρ. 2 του ίδιου άρθρου, προκειμένου να κρίνει επί της απαλλαγής ή μη του οφειλέτη. 

Ωστόσο, η περίπτωση που πιο συχνά θα κληθούν να αντιμετωπίσουν τα δικαστήρια, είναι η περίπτωση α’, ο ισχυρισμός, δηλαδή, ότι η αδυναμία εκπλήρωσης του οφειλέτη οφείλεται σε δόλιες ενέργειές του. Η περίπτωση αυτή είναι συναφής με την ένσταση της δόλιας περιέλευσης του αιτούντος σε παύση πληρωμών στο πλαίσιο του ν. 3869/2010. Έτσι, εφόσον ο προσφεύγων επικαλεστεί και αποδείξει ότι ο οφειλέτης δολίως έχει περιέλθει σε αδυναμία εκπλήρωσης, ομοίως θα καθίσταται δυσχερέστερη η απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη του. 

Ενδεικτική είναι και η απόφαση υπ’ αριθμ. 185/2021 της Τράπεζας της Ελλάδος, στην οποία αποτυπώνονται ορισμένοι ενδείκτες που επιβάλλουν, κατά το ως άνω θεσμικό όργανο, την άσκηση προσφυγής κατά της απαλλαγής. Τέτοιοι είναι ενδεικτικά η δόλια αποφυγή πληρωμής οφειλών, η μη έγκαιρη υποβολή αίτησης πτώχευσης από τον οφειλέτη, η διενέργεια από τον οφειλέτη επιζήμιων για την περιουσία του πράξεων, όπως λ.χ. δωρεές, χαριστικές δικαιοπραξίες, πληρωμές μη ληξιπρόθεσμων χρεών, η παράλειψη τήρησης υποχρεωτικών εμπορικών βιβλίων, σύνταξης οικονομικής καταστάσεων κλπ. 

Ήδη οι πιστωτές συχνά προβάλλουν – εσφαλμένως, ωστόσο - την ως άνω ένσταση με τις κύριες παρεμβάσεις που υποβάλλουν προς απόρριψη της αίτησης πτώχευσης. Στο στάδιο, όμως, αυτό της αίτησης πτώχευσης εξετάζεται μόνον η συνδρομή της προϋπόθεσης της αδυναμίας πληρωμών, καθώς και τυχόν καταχρηστική υποβολή της αίτησης πτώχευσης από τον οφειλέτη, και όχι ο τυχόν δόλος του ως προς την περιέλευση του σε αδυναμία πληρωμών. 

Η σημαντική τομή, ωστόσο, εν προκειμένω του νέου νόμου είναι ότι τα ως άνω περιστατικά οφείλει να επικαλεστεί και να αποδείξει ο διάδικος που ασκεί την προσφυγή, με συνέπεια ότι, σε περίπτωση που δεν ανταποκριθεί στο βάρος απόδειξης, η προσφυγή θα απορρίπτεται και ο οφειλέτης θα απαλλάσσεται κανονικά από τα χρέη του. 

3. Η ανάκληση της απαλλαγής

Πλην της προσφυγής κατά της απαλλαγής, προβλέπεται στο άρθρο 194 παρ. 2 και η διαδικασία της ανάκλησης της απαλλαγής που έχει ήδη επέλθει και εντός τριετίας από την επέλευσή της. Ωστόσο, εν προκειμένω, οι προϋποθέσεις της ανάκλησης είναι ιδιαιτέρως αυστηρές. Συγκεκριμένα, ανάκληση δικαιολογείται μόνον εάν ο οφειλέτης παρέλειψε δολίως ή από βαριά αμέλεια την αποκάλυψη της οικονομικής και περιουσιακής του κατάστασης κατά τη διάρκεια της πτωχευτικής διαδικασίας ή δεν τήρησε τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με το σχέδιο πληρωμών του άρθρου 92 παρ. 2 του νόμου (κατά το οποίο ο οφειλέτης υπό προϋποθέσεις πρέπει να εισφέρει στην πτωχευτική περιουσία ένα μέρος του εισοδήματός του κατά το μέτρο που υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης ή το όριο του ακατασχέτου). 

4. Η μέχρι σήμερα στάση της νομολογίας 

Σημειώνουμε εξαρχής ότι οι διατάξεις του ν. 4738/2020 για την πτώχευση μικρού αντικειμένου, καθώς και η διάταξη που απονέμει πτωχευτική ικανότητα στα φυσικά πρόσωπα ξεκίνησαν να ισχύουν από την 1η.6.2021. Συνεπώς, ακόμη και για τα φυσικά πρόσωπα που έσπευσαν να υποβάλουν αίτηση πτώχευσης με την έναρξη ισχύος του νόμου, δεν έχει παρέλθει ακόμη η τριετία για την απαλλαγή τους, με αποτέλεσμα οι αποφάσεις των δικαστηρίων που έχουν κρίνει επί προσφυγών κατά απαλλαγής να είναι περιορισμένες. Αυτές δε αφορούν, κατά κύριο λόγο, σε προσφυγές δημοσίων φορέων κατά εκπροσώπων νομικών προσώπων που είχαν πτωχεύσει σύμφωνα με το προ του ν. 4738/2020 ισχύσαν καθεστώς. 

Στην περίπτωση της απόφασης υπ’ αριθμ. 18/2022 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Χίου, ο προσφεύγων ΕΦΚΑ υποστήριξε με την προσφυγή του ο οφειλέτης δεν πληροί τις προϋποθέσεις απαλλαγής, καθώς, μετά τη δημιουργία των οφειλών του από αλληλέγγυα ευθύνη ως Διευθύνων Σύμβουλος σε Α.Ε., δραστηριοποιήθηκε στη συνέχεια μέσω άλλης Α.Ε. και δημιούργησε και πρόσθετες οφειλές έναντι του ασφαλιστικού οργανισμού. Ως προς τον ισχυρισμό αυτόν το δικαστήριο έκρινε ότι: «τυγχάνει ομοίως απορριπτέος ως ουσιαστικά αβάσιμος, δεδομένου ότι μόνη η συμμετοχή του καθ’ ου η προσφυγή στην εν λόγω ανώνυμη εταιρεία ουδόλως μπορεί να συνδεθεί με την πτώχευση της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «….», ούτε αποτελεί δόλια ενέργεια του καθ’ ου, στην οποία οφείλεται η πτώχευση της τελευταίας». 

Αντίστοιχα, η απόφαση υπ’ αριθμ. 395/2022 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πατρών έκρινε επί προσφυγής του ΕΦΚΑ, ο οποίος ζήτησε να αναγνωριστεί από το δικαστήριο ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της απαλλαγής, διότι ο οφειλέτης «δεν έχει καταβάλει καμία προσπάθεια ρύθμισης των προαναφερόμενων ληξιπρόθεσμων και βεβαιωμένων οφειλών της τελευταίας, με συνέπεια να είναι υπαίτιος για το αδίκημα της μη καταβολής ασφαλιστικών εισφορών, γεγονός το οποίο στοιχειοθετεί την προβλεπόμενη στη διάταξη του άρθρου 195 παρ. 2 του Ν. 4738/2020 προϋπόθεση των δόλιων ενεργειών του φυσικού προσώπου – εκπροσώπου του πτωχού νομικού προσώπου». Το δικαστήριο, ωστόσο, απέρριψε την προσφυγή, καθώς έκρινε ότι, αφενός, δεν αποδείχθηκε άσκηση ποινικής δίωξης για το ως άνω αδίκημα ούτε και ότι η πτώχευση οφειλόταν σε δόλιες ενέργειες του οφειλέτη. 

Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Ροδόπης με την υπ’ αριθμ. 26/2023 απόφασή του έκρινε ότι «η οικονομική κατάσταση της επιχείρησης της καθ’ ης κλονίστηκε σοβαρά λόγω της κρατούσας γενικής, οικονομικής και συνακόλουθα εμπορικής κρίσης που έπληξε και την αγορά της Κομοτηνής, αφού αυξήθηκαν τα λειτουργικά της έξοδα και υπερδιογκώθηκε ο δανεισμός της και τα χρέη προς τρίτους […] Στην ίδια έκθεση αναφέρεται, επίσης, ότι η καθ’ ης υπήρξε συνεργάσιμη σε όλα τα στάδια της πτωχευτικής διαδικασίας, ειδικότερα δε, επέδειξε τα εμπορικά της βιβλία, συνεργάστηκε στην καταγραφή και απογραφή της πτωχευτικής περιουσίας και παραστάθηκε σε όλες τις πτωχευτικές διαδικασίες». 

Στην περίπτωση της απόφασης υπ’ αριθμ. 588/2020 του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, η οποία εκδόθηκε υπό το προγενέστερο δίκαιο, κρίθηκε ότι ο οφειλέτης δεν ήταν καλόπιστος, καθώς η πτώχευσή του δεν οφειλόταν σε εμπορικές ή οικονομικές συγκυρίες, ενώ ο ίδιος παρά το γεγονός ότι είχε περιέλθει σε αδυναμία πληρωμών εξακολούθησε για μεγάλο διάστημα τη δραστηριότητά του, δημιουργώντας και νέες οφειλές, ενώ παρείχε και ψευδείς πληροφορίες ως προς την αξία της επιχείρησής του. 

Μέχρι σήμερα, λοιπόν, το δείγμα που έχουμε στη διάθεσή μας από τις αποφάσεις των δικαστηρίων που κρίνουν επί προσφυγών κατά της απαλλαγής οφειλέτη είναι μικρό. Αφορά ιδίως σε προσφυγές του e-ΕΦΚΑ, οι οποίες απορρίπτονται είτε ως απαράδεκτες είτε ως αναπόδεικτες, διότι, όπως αναφέραμε και ανωτέρω, το βάρος επίκλησης και απόδειξης της συνδρομής λόγου στέρησης της απαλλαγής φέρει ο προσφεύγων και όχι ο οφειλέτης. Συνεπώς, στην περίπτωση που ο προσφεύγων δεν αποδείξει τη συνδρομή ενός από τους λόγους που αναφέραμε ανωτέρω, ο οφειλέτης απαλλάσσεται. 

5. Αντί επιλόγου

Η αυτόματη απαλλαγή του πτωχού από τις οφειλές του που υιοθέτησε ο ν. 4738/2020 αποτελεί σημαντική τομή ως προς τον θεσμό αυτόν, καθώς μετακυλύει το βάρος επίκλησης και απόδειξης τυχόν κακοπιστίας του πτωχού στους πιστωτές του. Μάλιστα, ο νέος ν. 5072/2023 προβλέπει και διαδικασία με την οποία ο εισηγητής της πτώχευσης διαπιστώνει την επέλευση της απαλλαγής του οφειλέτη από τις οφειλές του, εκδίδοντας σχετική πράξη. Έτσι, ο οφειλέτης θα έχει ένα χρονικό ορόσημο – την έκδοση της σχετικής πράξης – από το οποίο θα γνωρίζει ότι μπορεί πλέον να δραστηριοποιηθεί εκ νέου, απαλλαγμένος από τα βάρη του παρελθόντος. 

Διαβάστε περισσότερα
 
back to top