1. Λυκαβηττού 2, Κολωνάκι
2. Ακαδημίας 28, Κολωνάκι
210 36 41 214 - 210 36 46 874
   EN

main image

Ακύρωση Διαταγής Πληρωμής Κατά Εγγυητών

Ακύρωση Διαταγής Πληρωμής Κατά Εγγυητών

Κρίσιμα σημεία:

Η υπόθεση αφορούσε σε αντιδικία ανάμεσα σε φυσικά πρόσωπα εγγυητές σε σύμβαση πίστωσης που εξυπηρετούταν με αλληλόχρεο λογαριασμό και στο πιστωτικό ίδρυμα που χορήγησε την επίμαχη πίστωση. Λόγω αδυναμίας εξυπηρέτησης της οφειλής από τον πρωτοφειλέτη, η τράπεζα προχώρησε στην έκδοση διαταγής πληρωμής την οποία επέδωσε στην πρωτοφειλέτιδα και στους εγγυητές με επιταγή προς πληρωμή. Οι εγγυητές άσκησαν ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής και αίτηση αναστολής, προκειμένου να μην προχωρήσει η τράπεζα σε εκτέλεση σε βάρος της περιουσίας των.

Η ορθή υποστήριξη της υπόθεσης είχε ως συνέπεια σε πρώτο χρόνο την αναστολή της εκτελεστότητας της διαταγής πληρωμής και σε δεύτερο χρόνο την τελεσίδικη ακύρωση αυτής, μετά την οποία η τράπεζα ουδέποτε επανήλθε προς διεκδίκηση της φερόμενης απαίτησής της. 

Οι εγγυητές εξασφάλισαν σε προσωρινό επίπεδο προστασία έναντι τυχόν αναγκαστικής εκτέλεσης και σε επόμενο στάδιο πέτυχαν την ακύρωση της διαταγής πληρωμής στο Εφετείο. Μάλιστα, οι κρίσεις τόσο της απόφασης επί της αίτησης αναστολής όσο και της πρωτόδικης απόφασης έκριναν υπέρ της απόσβεσης της ευθύνης τους από την εγγύηση.


Ιστορικό

Φυσικά πρόσωπα είχαν παράσχει εγγύηση στο πλαίσιο σύμβασης πίστωσης με αλληλόχρεο λογαριασμό. Λίγα χρόνια αργότερα καταρτίστηκε μεταξύ της πιστώτριας τράπεζας και του πρωτοφειλέτη πρόσθετη πράξη στην ως άνω σύμβαση πίστωσης, με την οποία αυξήθηκε το όριο της πίστωσης. Ακολούθως, υπεγράφη έτερη πρόσθετη πράξη, τιτλοφορούμενη ως «Πρόσθετη πράξη – σύμβαση χορήγησης χρεολυτικού δανείου με χρήση σύμβασης ανοικτού αλληλόχρεου λογαριασμού με ή χωρίς περίοδο χάριτος και με επιμερισμό τόκων». Με την τελευταία αυτή πράξη χορηγήθηκε στον πρωτοφειλέτη νέο δάνειο, με το οποίο εξοφλήθηκε το υπόλοιπο από τον αλληλόχρεο λογαριασμό και το οποίο προβλεπόταν ότι θα εξοφληθεί με μηνιαίες τοκοχρεολυτικές δόσεις (κάθε δόση δηλαδή θα εξοφλούσε ένα μέρος των τόκων και ένα μέρος του κεφαλαίου) συγκεκριμένου ποσού. Μάλιστα, η εν λόγω σύμβαση, παρά το γεγονός ότι τιτλοφορούταν ως πρόσθετη πράξη, δεν έφερε τη σχετική αρίθμηση (δεν τιτλοφορούταν δηλαδή ως πρόσθετη πράξη υπ’ αριθμ. 2), ενώ οι ρυθμίσεις που περιείχε επιβάρυναν στην πράξη τη θέση του πρωτοφειλέτη – συνεπώς και των εγγυητών -, δεδομένου ότι πλέον αυτός καλούταν να αποπληρώνει όχι μόνον τους τόκους για την επίμαχη οφειλή, αλλά παράλληλα και μέρος του κεφαλαίου, ενώ παράλληλα συνεπαγόταν και αύξηση του συμβατικού επιτοκίου της πίστωσης. Όταν τελικώς ο πρωτοφειλέτης αδυνατούσε να εξυπηρετήσει την οφειλή του, η τράπεζα προχώρησε στην έκδοση διαταγής πληρωμής και στην επίσπευση εκτελεστικής διαδικασίας σε βάρος του πρωτοφειλέτη και των εγγυητών. 


Στρατηγική

Τα σημεία κλειδιά για την επιτυχή έκβαση της υπόθεσης ήταν τα ακόλουθα:

Η προσεκτική εξέταση των εγγράφων που προσκόμισε η τράπεζα προς έκδοση της διαταγής πληρωμής. Επειδή η διαταγή πληρωμής εκδίδεται χωρίς να «ακουστεί» η πλευρά του οφειλέτη, πρόκειται για μία αυστηρά τυπική διαδικασία, στην οποία πρέπει η απαίτηση του δανειστή και το ληξιπρόθεσμο αυτής να προκύπτουν από έγγραφα. Η παραμικρή τυπική πλημμέλεια στην εν λόγω διαδικασία μπορεί να οδηγήσει σε ακυρότητα της διαταγής πληρωμής.   

Η ενδελεχής μελέτη της συναφούς νομολογίας των δικαστηρίων, καθώς και η σωστή υπαγωγή των κρίσιμων περιστατικών στις νομικές διατάξεις. Σύμφωνα με τη νομολογία, σε περιπτώσεις που με πρόσθετη πράξη μεταβάλλεται η σύμβαση πίστωσης με αλληλόχρεο λογαριασμό σε σύμβαση τοκοχρεολυτικού δανείου, επέρχεται ανανέωση, δηλαδή καταργείται η ενοχή από τη σύμβαση πίστωσης και γεννάται μία νέα ενοχή από τη σύμβαση του δανείου. Στις περιπτώσεις αυτές επέρχεται παράλληλα και απόσβεση των ασφαλειών (π.χ. προσημείωσης ή εγγύησης), εφόσον αυτές δεν χορηγήθηκαν εκ νέου. Κρίσιμη είναι η υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών, ώστε να κριθεί αν στη συγκεκριμένη περίπτωση πρόκειται πράγματι για μία τόσο ουσιώδη μεταβολή, ώστε να δικαιολογείται η απόσβεση της αρχικής ενοχής και η δημιουργία νέας.  

Η σταχυολόγηση των δεδομένων που μπορούσαν να δικαιολογήσουν μία τόσο σημαντική μεταβολή στην επίμαχη σύμβαση, ώστε να υποστηριχθεί  ότι πράγματι επήλθε απόσβεση της ενοχής με δημιουργία νέας. Η σχολαστική μελέτη των κινήσεων των λογαριασμών, από τους οποίους προέκυψε ότι το ποσό του δανείου εξόφλησε το υπόλοιπο της πίστωσης, αλλά και η γνώση οικονομικών παραμέτρων που συνηγορούσαν στην περαιτέρω επιβάρυνση του πρωτοφειλέτη εξαιτίας ακριβώς της τροπής της πίστωσης σε τοκοχρεολυτικό δάνειο, αλλά και της περαιτέρω επιτοκιακής του επιβάρυνσης, οδήγησαν σε δύο δικαστικές κρίσεις περί απόσβεσης της ευθύνης των εγγυητών. 


Αποτέλεσμα

Τα φυσικά πρόσωπα κλήθηκαν να δώσουν τρεις δικαστικούς αγώνες. Ο πρώτος δικαστικός αγώνας αφορούσε στην αίτηση αναστολής κατά της εκτελεστότητας της διαταγής πληρωμής. Το Πρωτοδικείο δέχθηκε ότι με τη δεύτερη πρόσθετη πράξη καταρτίστηκε μεταξύ του πρωτοφειλέτη και του πιστωτικού ιδρύματος σύμβαση τοκοχρεολυτικού δανείου, από το προϊόν του οποίου εξοφλήθηκε το υπόλοιπο του αλληλόχρεου λογαριασμού, με αποτέλεσμα την απόσβεση της ευθύνης των εγγυητών, οι οποίοι είχαν παράσχει την εγγύησή τους μόνον στην αρχική σύμβαση πίστωσης. Ειδικότερα, η απόφαση δέχθηκε μεταξύ άλλων: «Με νεώτερη συμφωνία, που καταρτίστηκε νόμιμα ατύπως στις […] η πιστοδότρια χρηματοδότησε την πιστούχο με δάνειο ισόποσο με το υπόλοιπο της οφειλής της, από την αρχική σύμβαση πιστώσεως με ανοικτό (αλληλόχρεο) λογαριασμό με ταυτόχρονο άνοιγμα του υπ’ αριθμ. […] λογαριασμού που ονομάζεται «ΧΡΕΩΛΥΤΙΚΟΣ». Το ποσό δε του δανείου που εκταμιεύτηκε ήχθη αυθημερόν σε πίστωση του αλληλόχρεου λογαριασμού που τηρούνταν προς εξυπηρέτηση της αρχικής σύμβασης πίστωσης με ανοικτό λογαριασμό, ο οποίος μηδενίστηκε. Το ανωτέρω δάνειο, όπως προαναφέρθηκε, θα καταβάλλονταν εφάπαξ ή τμηματικά σε εξήντα ισόποσες μηνιαίες χρεολυτικές δόσεις, καθορισμένες εκ των προτέρων, κατά χρόνο και ποσό. Από τα ανωτέρω αναφερόμενα συνάγεται ότι μεταξύ της πιστούχου και της καθής η αίτηση, καταρτίστηκε νέα σύμβαση χρεωλυτικού δανείου, εξοφλητέου σε ισόποσες αυτοτελείς δόσεις, με διαφορετικό (αυξημένο) επιτόκιο, για το οποίο (δάνειο) τηρήθηκε ο δανειακός λογαριασμός με αριθμό […], με το προϊόν δε του δανείου που εκταμιεύθηκε πιστώθηκε αυθημερόν ο αλληλόχρεος λογαριασμός της υφιστάμενης μεταξύ των μερών σύμβασης πιστώσεως με ανοικτό (αλληλόχρεο) λογαριασμός, ο οποίος μηδενίστηκε. Η ανωτέρω σύμβαση είναι τελείως διαφορετική από εκείνη του αλληλόχρεου λογαριασμού, οι δε δοσοληψίες από το χρεωλυτικό δάνειο, από τη φύση τους, δεν μπορούν να  εξυπηρετηθούν με την τήρηση ανοικτού λογαριασμού, αφού δεν είναι απαιτητό από την αρχή το σύνολο του χρέους. […] Συνεπώς, εφόσον έπαυσε να ισχύει η σύμβαση πιστώσεως με ανοικτό λογαριασμό, οι αιτούντες απελευθερώθηκαν από τη σύμβαση εγγύησης». 

Αντίστοιχα δέχθηκε και το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που δίκασε την ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής. Αντίθετα, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δεν δέχθηκε τον ως άνω λόγο, αλλά προχώρησε στην ακύρωση της διαταγής πληρωμής, δεχόμενο έναν τυπικό λόγο, ήτοι ότι δεν είχε προσκομίσει η τράπεζα για την έκδοση της διαταγής πληρωμής το σύνολο των κινήσεων του λογαριασμού που εξυπηρετούσε τη σύμβαση πίστωσης. Το Εφετείο έκρινε ειδικότερα ότι: «…προκύπτει ότι δεν αποτυπώνεται η πλήρης κίνηση του λογαριασμού από την ημερομηνία κατάρτισης της αρχικής σύμβασης την […], αλλά οι πρώτες εγγραφές αρχίζουν από την […] έως την […] και ακολούθως από την […] έως την […]. Ως εκ τούτου, κατά παραδοχή του σχετικού ισχυρισμού των ανακοπτόντων, η κίνηση του λογαριασμού δεν αποδεικνύεται εγγράφως στο σύνολό της, καθώς είναι προφανές ότι υπάρχουν εγγραφές οι οποίες δεν περιλαμβάνονται σε αυτόν, μολονότι τούτο απαιτείται, σύμφωνα και με τα ειδικότερα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, για την έκδοση διαταγής πληρωμής βασιζόμενη σε σύμβαση παροχής πιστώσεως δι’ ανοικτού (αλληλόχρεου) λογαριασμού». 

Συμπέρασμα

Ο εγγυητής ή πρωτοφειλέτης κατά του οποίου εκδίδεται διαταγή πληρωμής διαθέτει περισσότερους τρόπους άμυνας κατά του δανειστή του. Ειδικώς δε στην περίπτωση της διαταγής πληρωμής, ακριβώς λόγω της αυστηρής τυπικότητας που διέπει τη διαδικασία, εμφιλοχωρούν συχνά τυπικά σφάλματα κατά την έκδοσή της, τα οποία, εφόσον εντοπισθούν, μπορεί να τα αξιοποιήσει ο οφειλέτης και να επιτύχει την ακύρωσή της. Εν προκειμένω οι παραδοχές του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου περί απόσβεσης της εγγύησης, αλλά και η κρίση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου περί ακυρότητας της διαταγής πληρωμής αποθάρρυναν τελικώς την τράπεζα, η οποία ουδέποτε επανήλθε για να διεκδικήσει την φερόμενη απαίτησή της σε βάρος των εγγυητών. 

Διαβάστε περισσότερα
 
back to top