1. Λυκαβηττού 2, Κολωνάκι
2. Ακαδημίας 28, Κολωνάκι
210 36 41 214 - 210 36 46 874
   EN

main image

Α.Β. Πουλημένου - Ρευστοποίηση Περιουσίας στην Πτώχευση: Η Εξαίρεση - Εκποίηση της Επιχείρησης ως Σύνολο ή Λειτουργικών Συνόλων Αυτής


ptoxefsi-epixeirisis-synoliki-ekopisi-leitourgika-synola

Legal insight

Σεπτέμβριος 2025

Άννα-Βιργινία Πουλημένου, ΜΔΕ

Περίληψη: Στο παρόν άρθρο εξετάζεται η διαδικασία εκποίησης κατ’ ιδίαν περιουσιακών στοιχείων στο πλαίσιο της πτώχευσης, όπως προβλέπεται στον Ν. 4738/2020, με έμφαση στις αποκλίσεις από τον ΚΠολΔ και στη νομοτεχνική στόχευση για επιτάχυνση της ρευστοποίησης υπέρ των πιστωτών.

Ι. Η έννοια της επιχείρησης ως σύνολο και των λειτουργικών συνόλων αυτής.

Η ρευστοποίηση της περιουσίας του πτωχού λαμβάνει χώρα με πρωτοβουλία του συνδίκου μέσω εκποίησης των κατ’ ιδίαν περιουσιακών στοιχείων. Τα περιουσιακά στοιχεία εκτίθενται σε ηλεκτρονικό πλειστηριασμό με ηλεκτρονικά μέσα, στην ιστοσελίδα του e-auction. Ο Κώδικας Αφερεγγυότητας («Κ.Αφ.») διαγράφει την πλήρη διαδικασία εκποιήσεως, η οποία εν πολλοίς «αντιγράφει» αυτή του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, προσαρμοσμένη όμως στις ιδιαιτερότητες της πτώχευσης. 

Ως εξαίρεση στον άνω κανόνα, ο Κώδικας Αφερεγγυότητας εισήγαγε τη δυνατότητα συνολικής εκποίησης της επιχείρησης ή λειτουργικών συνόλων αυτής. Η διαδικασία αυτή προκρίνεται όταν η επιχείρηση διατηρεί ενιαίο ή αποσπώμενο παραγωγικό δυναμικό, επιτρέποντας τη μεταβίβαση της αξίας της ως εν λειτουργία μονάδα, παρά την πτώχευση του φορέα της. Η δυνατότητα αυτή παρέχεται μόνο όταν υφίσταται επιχείρηση και εφόσον δεν υπάγεται στις διατάξεις περί πτωχεύσεως μικρού αντικειμένου.

Έτσι, όταν, μετά από αίτηση των πτωχευτικών πιστωτών που εκπροσωπούν τουλάχιστον το 30% των συνολικών χρεών και στους οποίους περιλαμβάνεται τουλάχιστον το 20% των ενέγγυων πιστωτών, μπορεί να ζητηθεί από το δικαστήριο η «εκποίηση του συνόλου της επιχείρησης ή των επιμέρους λειτουργικών συνόλων αυτής». Η αίτηση αυτή υποβάλλεται τόσο όταν η διαδικασία εκκινεί από τους πιστωτές όσο και με πρόσθετη παρέμβαση στο πλαίσιο υποβληθείσας υπό του οφειλέτη αίτησης. Εάν το αίτημα γίνει αποδεκτό από το δικαστήριο, τότε ο σύνδικος υποχρεούται να προχωρήσει σε διαδικασία εκποίησης κατά τον διαταχθέντα τρόπο. Είναι δυνατόν, βέβαια, να διαταχθεί και μικτή εκποίηση, ώστε να συνδυάζεται η συνολική εκποίηση και η εκποίηση κατ’ ιδίαν περιουσιακών στοιχείων. Ελλείψει σχετικής πρόβλεψης από τον νόμο θα πρέπει να εφαρμοσθούν συνδυαστικά οι σχετικές διατάξεις, το οποίο παρουσιάζει πρακτικές δυσχέρειες. Σημειώνεται ότι η διάταξη αυτή της αποφάσεως αποτελεί χωριστό κεφάλαιο, το οποίο δύναται να προσβληθεί.

Την έννοια της επιχείρησης ως σύνολο, ο Κ.Αφ. την δανείζεται εν πολλοίς από τις αντίστοιχες προβλέψεις του ν. 4307/2014 περί ειδικής εκκαθάρισης με την διαφορά ότι στο πλαίσιο του Κ.Αφ. μεταβιβάζεται αποκλειστικά το ενεργητικό. Έτσι, ως σύνολο επιχείρησης νοείται το σύνολο των αναγραφόμενων στον τελευταίο εγκεκριμένο από τη Γ.Σ. ισολογισμό της εταιρείας στοιχείων του ενεργητικού και των τυχόν άλλων μη αναγραφόμενων στον ισολογισμό στοιχείων και δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των πάσης φύσεως απαιτήσεων, σημάτων, δικαιωμάτων ευρεσιτεχνίας και εμπορικής επωνυμίας, της πελατείας, της φήμης, των διοικητικών αδειών κλπ.

Αντίστοιχα, η έννοια των επιμέρους λειτουργικών συνόλων, ταυτίζεται με τον κλάδο, δηλαδή το σύνολο στοιχείων, αποκλειστικά του ενεργητικού στην περίπτωση της πτώχευσης, τα οποία συνιστούν από οργανωτικής άποψης, αυτόνομη εκμετάλλευση. Το περιουσιακό σύνολο μεταβιβάζεται ελεύθερο βαρών και μαζί με τις εκκρεμείς συμβάσεις που το αφορούν, εφόσον δεν επιλεγεί από το σύνδικο η χωριστή εκποίηση κάποιας συμβατικής σχέσης. Ο σύνδικος θα επιλέξει ποια περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης, συμπεριλαμβανομένων και των απαιτήσεων, θα εκποιηθούν μαζί με κάποιο λειτουργικό σύνολο ή χωριστά.

ΙΙ. Επί της διαδικασίας

Το πρόγραμμα εκποιήσεων, δηλαδή τόσο η σειρά εκποίησης όσο και τα προσδιοριστικά στοιχεία κάθε κλάδου ή των επιμέρους περιουσιακών στοιχείων, εφόσον δεν καθορίστηκαν από το Δικαστήριο, ορίζονται από τον σύνδικο και εγκρίνονται από τη Συνέλευση των Πιστωτών. Η εκποίηση λαμβάνει χώρα μέσω δημόσιου ηλεκτρονικού πλειστηριασμού που διενεργείται ενώπιον συμβολαιογράφου ηλεκτρονικά μέσω του e-auction, πρόβλεψη που συνιστά καινοτομία του Κ.Αφ. σε σχέση με το προϊσχύον δίκαιο. Αντίθετα προς τη διαδικασία κατ’ ιδίαν εκτίμησης αλλά και προς τον πλειστηριασμό του ΚΠολΔ, δεν λαμβάνει χώρα εκτίμηση και δεν ορίζεται τιμή πρώτης προσφοράς. 

Η προσφορά του ανακηρυχθέντος πλειοδότη υποβάλλεται από τον σύνδικο εντός μηνός από την ολοκλήρωση του πλειστηριασμού προς έγκριση από τη Συνέλευση των Πιστωτών, η οποία μπορεί να την εγκρίνει ως έχει ή υπό τον όρο αύξησης του προσφερόμενου τιμήματος. Εάν η διαδικασία ολοκληρωθεί με επιτυχία ακολουθεί η μεταβίβαση της επιχείρησης ή του επιμέρους λειτουργικού συνόλου στον πλειοδότη, με την υπογραφή σύμβασης μεταξύ αυτού και του συνδίκου και καταβολή του τιμήματος τοις μετρητοίς. Η σύμβαση, κατά ρητή διατύπωση του άρθρ. 160 Κωδ.Αφ., επέχει θέσει τελεσίδικης κατακύρωσης.

Στον αντίποδα, εάν ο πλειστηριασμός αποβεί ανεπιτυχής, είτε επειδή δεν κατατέθηκε καμία προσφορά είτε επειδή απορρίφθηκε η συναλλαγή από τη Συνέλευση, η διαδικασία εκποίησης λήγει και ο σύνδικος προχωράει με την εκποίηση των κατ’ ιδίαν περιουσιακών στοιχειών κατά τα άνω. Η Συνέλευση βέβαια μπορεί αντί να απορρίψει την προσφορά να αποφασίσει τη διενέργεια νέου πλειστηριασμού εντός 18 μηνών. Ο πλειστηριασμός μπορεί επίσης να είναι εν μέρει επιτυχής, με την ολοκλήρωση της μεταβίβασης κάποιων μόνον λειτουργικών συνόλων (ή με τη λήψη  απόφασης για διενέργεια νέου πλειστηριασμού ως προς αυτά) και την αποτυχία ως προς άλλα, τα οποία τελικώς θα εκποιηθούν με την διαδικασία της κατ’ ιδίαν εκποίησης. 

Η διαδικασία περατώνεται μετά την πάροδο 18 μηνών από την κήρυξη της πτώχευσης και εφόσον δεν εκκρεμεί πλειοδοτική διαδικασία ή δεν ληφθεί απόφαση της Συνέλευσης για παράτασή της. Μετά την περάτωση, ο σύνδικος προχωρά με την εκποίηση των κατ’ ιδίαν περιουσιακών στοιχείων. 

Προκειμένου να διασφαλισθεί η επιτυχία της συνολικής εκποίησης, ο Κ.Αφ. περιλαμβάνει επίσης υποστηρικτικές ρυθμίσεις, αποκλίνουσες από τα ισχύοντα στο πλαίσιο της κατ’ ιδίαν εκποίησης. Στο πλαίσιο αυτό σημαντική κρίνεται η δέσμευση των ενέγγυων πιστωτών από αναστολή ατομικών διώξεων και μάλιστα χωρίς χρονικούς περιορισμούς. Εισάγεται επίσης ειδικό καθεστώς για τις διαρκείς συμβάσεις, ώστε δεν εφαρμόζεται ο κανόνας της αυτόματης και αζήμιας λύσης τους, εκτός εάν υφίσταται ειδική προς τούτο πρόβλεψη στον νόμο.  Από τον συνδυασμό των προβλέψεων του άρθρ. 107 και 171 παρ. 5 προκύπτει, επίσης, ότι τυχόν συμβατική πρόβλεψη για λύση της σύμβασης σε περίπτωση πτώχευσης ατονεί εκ του νόμου εκτός και εάν δεν είναι επιζήμιο για τον πτωχεύσαντα οφειλέτη. Παρέχεται εξ άλλου δυνατότητα στον σύνδικο να συνάπτει συμβάσεις για την εξυπηρέτηση των τρεχουσών ενεργειών της πτώχευσης, τις οποίες βέβαια δύναται να καταγγείλει η Συνέλευση των Πιστωτών εντός 30 ημερών.  Σημειωτέον, η επιχείρηση προστατεύεται και σε διοικητικό επίπεδο, καθότι ρητώς ορίζεται ότι η πτώχευση δεν συνιστά λόγο ανάκλησης των διοικητικών αδειών, ενώ οι προβλεπόμενες υπό τον προϊσχύοντα ΠτΚ και ν. 4307/2014 φορολογικές ελαφρύνσεις επεκτείνονται. 

Τέλος, ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η απουσία δυνατότητας προσβολής των πράξεων εκτέλεσης, η οποία αφορά τόσο στον εδώ σχολιαζόμενο τρόπο ρευστοποίησης όσο και στην εκποίηση κατ’ ιδίαν περιουσιακών στοιχείων. Εάν το νομοθετικό αυτό κενό είναι ακούσιο, τότε ως βέλτιστη λύση φαίνεται η ανακοπή του άρθρ. 933 ΚΠολΔ, προσαρμοσμένη στην διαδικασία της πτώχευσης. Στον Κ.Αφ προβλέπεται μόνο η δυνατότητα προσβολής του πίνακα κατάταξης που συντάσσει ο σύνδικος και στο πλαίσιο της οποίας ανακοπής προβάλλονται και οι λόγοι κατά του πίνακα επαληθευμένων απαιτήσεων. 

ΙΙΙ.  Αντί επιλόγου

Ο Κ.Αφ προβλέπει την ειδική αυτή διαδικασία της συνολικής εκποίησης, ώστε ήδη από την κήρυξη της πτώχευσης να είναι γνωστή στον σύνδικο η μετέπειτα πορεία. Δεν επαφίεται στα όργανα της πτώχευσης να αποφασίσουν κατά την κρίση τους εάν αρμόζει στην προκείμενη περίπτωση η κατ’ ίδιαν εκποίηση ή η συνολική, δεσμευόμενα από την δικαστική απόφαση. Την συνεπακόλουθη έλλειψη ευελιξίας προσπαθεί ο Κ.Αφ. να μετριάσει με τις προβλέψεις περί αποτυχίας του πλειστηριασμού. Η διάσωση, της επιχείρησης χωρίς τη διάσωση του φορέα της, αποτελεί πιο σύνθετο σχήμα από την ρευστοποίηση των κατ’ ιδίαν περιουσιακών στοιχείων, το οποίο είναι αναγκαίο να εξυπηρετείται από ειδικότερο δίκαιο. Έτσι, ο Κ.Αφ. διαρθρώνει την διαδικασία κατά τέτοιον τρόπο ώστε να εξυπηρετεί τόσο η αναγκαία ταχύτητα αλλά και η διάσωση της υπεραξίας της επιχείρησης, με την διατήρηση της ισχύος των διαρκών συμβάσεων, των διοικητικών αδειών κλπ. ώστε να επιτευχθεί το μέγιστο δυνατό πλειστηρίασμα.


Διαβάστε περισσότερα
 
back to top