Εξεδόθη πρόσφατα η υπ’ αριθμ. 3551/2025 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, κατά τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας. Με την τελευταία κρίθηκε υπέρ εντολέα μας η ύπαρξη αξίωσης καταβολής της αξίας της εταιρικής του συμμετοχής σε αστική εταιρεία επαγγελματιών – ασκούντων δημόσιο λειτούργημα, κατόπιν αποκλεισμού του από την εν λόγω εταιρεία. Ειδικότερα γίνονται αποδεκτά τα ακόλουθα: α) οι διατάξεις του ν. 4072/2012 περί ομόρρυθμων εταιρειών εφαρμόζονται ανάλογα σε αστικές εταιρείες επαγγελματιών/δημόσιων λειτουργών με οικονομικό σκοπό (και, ως εκ τούτου, νομική προσωπικότητα), παρά την εφαρμογή ειδικότερων διατάξεων επαγγελματικών συλλόγων ως προς τη σύσταση και τη λειτουργία τους, β) η λήψη της αξίας εταιρικής συμμετοχής κατόπιν αποκλεισμού στις εταιρείες αορίστου χρόνου δεν εξαρτάται από τη συνδρομή ή μη σπουδαίου λόγου αποκλεισμού, γ) η καταστατική ρήτρα με την οποία αποκλείεται η λήψη της επίμαχης αξιώσεως πρέπει να είναι ρητή και σαφής, δεν συμβαίνει δε αυτό στις περιπτώσεις που απλά ορίζεται ότι ο αποκλειόμενος ή εξερχόμενος εταίρος λαμβάνει κατά την αποχώρησή του το εισφερθέν από εκείνον πελατολόγιο/ή και τα εισφερθέντα από εκείνον κατά χρήση αντικείμενα, δ) οι αστικές εταιρείες, κατά τα ως άνω, μπορούν να παράξουν υπεραξία καθώς, όπως και οι εμπορικές εταιρείες, στηρίζουν, μεταξύ άλλων, τη δραστηριότητά τους στην σταδιακά αναπτυσσόμενη φήμη και πελατεία τους. Δεδομένης, δε, της διαφωνίας μεταξύ αποκλειόμενου εταίρου και εταιρείας ως προς την αξία της εταιρικής συμμετοχής (να σημειωθεί ότι η τελευταία υπολογίζεται από τον αποκλειόμενο, με βάση εκτιμητική έκθεση, στο ποσό των 20.000.000 €), το δικαστήριο διέταξε τη διενέργεια σχετικής πραγματογνωμοσύνης. Ειδικότερα κατά την επίμαχη διάταξη του δικαστηρίου, ο πραγματογνώμονας οφείλει να καταθέσει έκθεση σχετικά με: «ποια προκρίνει ο ίδιος ως επιστημονικά καταλληλότερη και προσφορότερη μέθοδο προσδιορισμού της αξίας της περιουσιακής κατάστασης της καθ΄ης εταιρείας και με βάση αυτήν να προσδιορίσει την αξία κατά το χρόνο εξόδου του αιτούντος και ειδικότερα τα περιουσιακά της στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων και της αποτιμητής σε χρήμα αξίας των άυλων αγαθών που απέκτησε από τη μέχρι τότε λειτουργία της (φήμη, πελατεία, αξία διακριτικών γνωρισμάτων κλπ) καθώς και το παθητικό της, δηλαδή τα χρέη της προς τρίτους με αναζήτηση της υπεραξίας των περιουσιακών της στοιχείων και των φανερών ή αφανών αποθεματικών της …»