Legal Insight
Μάιος 2022
Κωνσταντίνα Δασκαλοπούλου, ΜΔΕ
Περίληψη: Στο παρόν σημείωμα θα εξετάσουμε τα πρακτικά ζητήματα που ανακύπτουν από την νεοεισαχθείσα διάταξη του άρθρου 35 του νόμου 4786/2021 στο πλαίσιο της κλήσης ενός ανήλικου τέκνου στην κληρονομική διαδοχή.
1. Εισαγωγή
Το κληρονομικό δίκαιο αποτελεί έναν νευραλγικής σημασίας κλάδο του αστικού δικαίου, αφού καλείται να καθορίσει την τύχη της περιουσίας του προσώπου μετά τον θάνατό του. Δεν είναι τυχαία η εκτίμηση ότι ένα από τα ισχυρότερα κίνητρα της οικονομικής δραστηριότητας ενός προσώπου είναι η βεβαιότητά του ότι, μετά τον θάνατό του, η περιουσία του θα περιέλθει στα εγγύτερα προς τον ίδιο, βιολογικά ή και συναισθηματικά, πρόσωπα. Παρά τις πληθαίνουσες φωνές που καλούν τον νομοθέτη να προβεί σε εκσυγχρονισμό του κληρονομικού δικαίου και απαγκίστρωση από αναχρονιστικές αντιλήψεις που παρέχουν υπερβάλλουσα προστασία στον κληρονόμο, συχνά εις βάρος της αξιοποίησης της κληρονομιαίας περιουσίας, ο τελευταίος προσφάτως εισήγαγε μια «ερμηνευτική» διάταξη, η οποία περισσότερα ερμηνευτικά προβλήματα δημιουργεί παρά επιλύει. Με το άρθρο 35 του νόμου 4786/2021, που φέρει το ένδυμα ενός ερμηνευτικού της διάταξης του άρθρ. 1912 ΑΚ κανόνα, παρέχεται στον κληρονόμο που ενηλικιώνεται το δικαίωμα να αποποιηθεί την επαχθείσα σε αυτόν κατά τη διάρκεια της ανηλικότητάς του κληρονομία εντός ενός έτους από την ενηλικίωση του, δηλαδή, σε ορισμένες περιπτώσεις, μέχρι και 19 χρόνια μετά τον θάνατο του κληρονομουμένου. Είναι προφανές ότι η εν λόγω ρύθμιση δημιουργεί σημαντικό ρήγμα στην ταχεία εκκαθάριση των κληρονομικών σχέσεων εις βάρος τόσο των δανειστών της κληρονομίας όσο και της εν γένει αξιοποίησης των αντικειμένων αυτής.
2. Η αποδοχή και η αποποίηση κληρονομίας από ανήλικο πριν την εισαγωγή της διάταξης του άρθρου 35 του ν. 4786/2021
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1847 ΑΚ, «ο κληρονόμος μπορεί να αποποιηθεί την κληρονομία μέσα σε προθεσμία τεσσάρων μηνών από τότε που έμαθε την επαγωγή και τον λόγο της», ενώ σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1850 εδ. β’ ΑΚ, αν η προθεσμία των τεσσάρων μηνών περάσει άπρακτη, η κληρονομία θεωρείται ότι έχει γίνει αποδεκτή (πλασματική αποδοχή). Τυχόν, δε, αποποίηση της κληρονομίας μετά την αποδοχή αυτής, είτε η αποδοχή λάβει χώρα ρητά, είτε σιωπηρά, είτε πλασματικά, είναι άκυρη. Η ως άνω προθεσμία αποποίησης ισχύει, μεταξύ άλλων, και για τον ανήλικο και «τρέχει» και κατά αυτού. Δηλαδή και ο ανήλικος θα πρέπει, εντός τεσσάρων μηνών από τη γνώση της επαγωγής και του λόγου της, να αποδεχτεί ή να αποποιηθεί την κληρονομία. Η γνώση της επαγωγής και του λόγου της, με άλλα λόγια η γνώση του γεγονότος ότι το συγκεκριμένο πρόσωπο καλείται στην κληρονομική διαδοχή του θανόντος, θα κριθεί στο πρόσωπο του νόμιμου αντιπροσώπου του ανηλίκου, δηλαδή, κατά κανόνα, στο πρόσωπο των γονέων του.
Έτσι, αν ήθελε υποτεθεί ότι ο Α πέθανε την 10η.1.2022, καταλείποντας μια κατάχρεη περιουσία στην κόρη του Β, η οποία έχει έναν ανήλικο γιο, τον Γ, θα πρέπει η Β, εφόσον το επιθυμεί, να αποποιηθεί την κληρονομία με την υποβολή σχετικής δήλωσης στο δικαστήριο της κληρονομίας μέχρι την 10η.5.2022. Εν συνεχεία, δεδομένου ότι, μετά την αποποίηση της Β, καλείται στην κληρονομική διαδοχή του Α ο ανήλικος εγγονός του, ο Γ, η Β, μητέρα του Γ, θα πρέπει, προκειμένου να απαλλάξει το ανήλικο τέκνο της από το βάρος της κατάχρεης περιουσίας του Α, να δηλώσει την αποποίηση της κληρονομίας στο όνομα και για λογαριασμό του ανήλικου τέκνου της μέχρι την 11η.9.2022. Για τον σκοπό αυτό, η Β θα πρέπει προηγουμένως να υποβάλλει αίτηση ενώπιον του κατά τόπο αρμόδιου Ειρηνοδικείου, προκειμένου να της επιτραπεί η υποβολή δήλωσης αποποίησης για λογαριασμό του τέκνου της (ΑΚ 1510, 1526, 1625, ΚΠολΔ 797). Για όσο διάστημα εκκρεμεί η εν λόγω αίτηση, η προθεσμία αποποίησης αναστέλλεται και εκκινεί εκ νέου με τη δημοσίευση της σχετικής απόφασης του Ειρηνοδικείου. Από την άλλη μεριά, εάν η Β αποφασίσει να αποδεχτεί την κληρονομία για λογαριασμό του Γ, ρητά ή σιωπηρά (λ.χ. αν, μετά την δική της αποποίηση, εκμεταλλευτεί κάποιο ακίνητο της κληρονομίας), ή αν απλώς παραλείψει να υποβάλει, εντός τεσσάρων μηνών από την δική της αποποίηση, δήλωση αποδοχής ή αποποίησης, τότε ο Γ θεωρείται ότι έχει αποδεχτεί την κληρονομία πλασματικά, σε κάθε περίπτωση, όμως, με το λεγόμενο «ευεργέτημα της απογραφής». Το τελευταίο σημαίνει ότι ο κληρονόμος ευθύνεται μόνο με το ενεργητικό της κληρονομίας, η δε ατομική του περιουσία καθίσταται απυρόβλητη έναντι των δανειστών του κληρονομούμενου. Έτσι, σε περίπτωση που, στο παραπάνω παράδειγμα, η περιουσία που κατέλιπε κατά τον χρόνο του θανάτου του ο Α αποτελείτο από δύο ακίνητα, ο δε ανήλικος Γ είχε αποκτήσει λόγω γονικής παροχής από τον πατέρα του Δ ένα διαμέρισμα, οι δανειστές της κληρονομίας θα μπορούσαν, μετά την αποδοχή αυτής, να επιδιώξουν την ικανοποίηση των απαιτήσεων τους εκπλειστηριάζοντας τα δυο ακίνητα της κληρονομίας, όχι όμως το διαμέρισμα που ο Γ απέκτησε από τον πατέρα του λόγω γονικής παροχής. Αποτελεί, με άλλα λόγια, το ευεργέτημα της απογραφής ένα εργαλείο που αποσκοπεί, κατά κύριο λόγο, στην προστασία της ατομικής περιουσίας του εκάστοτε κληρονόμου από τις τυχόν επιθετικές ενέργειες των δανειστών της κληρονομίας, η θέση των οποίων αναμφισβήτητα βελτιώνεται εάν, στη θέση ενός αναξιόχρεου οφειλέτη υπεισέλθει ο φερέγγυος κληρονόμος του.
Εντός τεσσάρων μηνών από την υποβολή της δήλωσης αποδοχής με το ευεργέτημα της απογραφής, ο κληρονόμος οφείλει να προβεί σε απογραφή της κληρονομίας υποβάλλοντας σχετική αίτηση στο Ειρηνοδικείο. Εάν η διαδικασία αυτή παραλειφθεί, ο κληρονόμος εκπίπτει του ευεργετήματος με αποτέλεσμα οι κληρονομικοί δανειστές να μπορούν, εφεξής, να επιληφθούν και των στοιχείων της ατομικής περιουσίας του για την ικανοποίηση των απαιτήσεών τους. Κατ’ εξαίρεση, ειδικά για την υπό εξέταση την περίπτωση των ανήλικων κληρονόμων, η προθεσμία σύνταξης της απογραφής αποσβήνεται μετά την πάροδο ενός έτους από την ενηλικίωσή τους (ΑΚ 1912). Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο ανήλικος προστατεύεται από την τυχόν αδράνεια των γονέων του ως προς τη σύνταξη της απογραφής, η οποία, θα είχε ως αποτέλεσμα την ανάμιξη της προσωπικής του περιουσίας με εκείνη του κληρονομούμενου λόγω της έκπτωσης από το ευεργέτημα.
3. Η αποποίηση της κληρονομίας από τον ανήλικο υπό το φως του άρθρου 35 του νόμου 4786/2021
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρ. 35 του ν. 4786/2021 «Κατά την αληθή έννοια του άρθρου 1912 του Αστικού Κώδικα, ο κληρονόμος που ενηλικιώνεται δικαιούται εντός της ετήσιας προθεσμίας του άρθρου 1912 ΑΚ να αποποιηθεί την κληρονομία». Νομοθετικό στόχο της νεοεισαχθείσας αυτής, ερμηνευτικής κατά τη σύλληψή της, ρύθμισης αποτέλεσε η αποσαφήνιση «προς άρση πάσης τυχόν αμφιβολίας ότι, εφόσον ο κληρονόμος που ενηλικιώνεται δεν εκπίπτει από το ευεργέτημα της απογραφής μέχρι τη συμπλήρωση ενός (1) έτους αφότου ενηλικιώθηκε, δικαιούται, εντός της ετήσιας αυτής προθεσμίας του άρθρου 1912 ΑΚ, να αποποιηθεί την κληρονομία». Σύμφωνα, δηλαδή, με το σκεπτικό της εν λόγω ρύθμισης, ο ανήλικος κληρονόμος μπορεί, μέχρι τη συμπλήρωση ενός (1) έτους από την ενηλικίωσή του, να αποποιηθεί την κληρονομία που έχει επαχθεί σε αυτόν. Σημειωτέον ότι, πηγή έμπνευσης της εν λόγω ρύθμισης αποτέλεσε σχετική νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ 1884/2015· 371/2014), που υιοθετεί το ακόλουθο σκεπτικό: εφόσον ο ανήλικος κληρονόμος που έχει αποδεχτεί την κληρονομία με το ευεργέτημα της απογραφής μπορεί μέσα στην ετήσια προθεσμία που θέτει το άρθρ. 1912 ΑΚ να προβεί σε σύνταξη απογραφής προκειμένου να αποφύγει την έκπτωσή του από το ευεργέτημα, τότε δύναται, πολλώ μάλλον, εντός της ίδιας προθεσμίας, να αποποιηθεί την κληρονομία. Έτσι, σε μια από τις υποθέσεις που κλήθηκε να αντιμετωπίσει, το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ 2862/2013) έκρινε ότι το Ελληνικό Δημόσιο κακώς επέβαλε κατάσχεση σε περιουσιακό στοιχείο κληρονόμου (εν προκειμένω εγγονής), που είχε αποκτήσει οριστικά τη σχετική ιδιότητα κατόπιν πλασματικής αποδοχής κατά τη διάρκεια της ανηλικότητας, για την ικανοποίηση απαίτησης του Δημοσίου κατά του κληρονομούμενου (δηλ. του παππού της κληρονόμου), διότι η εν λόγω κληρονόμος προέβη σε αποποίηση της κληρονομίας εντός ενός έτους από την ενηλικίωσή της και, ως εκ τούτου «η αναιρεσείουσα δεν είχε πλέον ούτε δικαιώματα ούτε υποχρεώσεις από την εν λόγω κληρονομία».
Ορθά, η διάταξη του άρθρου 35 του ν. 4786/2021 έχει ήδη χαρακτηριστεί από τη νομική θεωρία και τη νομολογία (ΠΠρΛαμ 17/2021) ως ψευδοερμηνευτική, δηλαδή ως διάταξη που δεν αποσκοπεί, στην πραγματικότητα στην ερμηνεία του άρθρου 1912 ΑΚ, αλλά στην εισαγωγή μιας νέας ρύθμισης, που αποκλίνει από τα ισχύοντα στο πλαίσιο του Αστικού Κώδικα, στο πλέγμα διατάξεων του οποίου, μάλιστα, δεν εντάχθηκε. Αυτό έχει ως συνέπεια ότι η ρύθμιση αυτή καταλαμβάνει μόνον τις περιπτώσεις κληρονομικής διαδοχής που ανέκυψαν μετά την έναρξη εφαρμογής της, δηλαδή μετά την 23η.3.2021.
Προσεγγίζοντας το αληθές νόημα της συγκεκριμένης διάταξης, δύο ερμηνευτικές εκδοχές μοιάζουν πιθανές. Σύμφωνα με την πρώτη εξ αυτών, κατά τη διάρκεια της ανηλικότητας του κληρονόμου, αναστέλλεται η προθεσμία αποποίησης. Ως εκ τούτου, ο νόμιμος αντιπρόσωπος του ανήλικου, δηλαδή, κατά κανόνα, ο γονέας του, δεν δύναται να αποποιηθεί ή να αποδεχτεί την κληρονομία για όσο διαρκεί η ανηλικότητα, δυνατότητα που έχει μόνο ο ανήλικος αφότου ενηλικιωθεί και για ένα (1) έτος από την ενηλικίωσή του. Έτσι, στο παράδειγμα του Α που κληρονομείται από τον ανήλικο εγγονό του Γ μετά την αποποίηση της Β, αν υποτεθεί ότι ο Γ, κατά τον χρόνο θανάτου του παππού του είναι 10 ετών, τότε η μεν μητέρα του Β δεν θα δικαιούται ούτε να αποποιηθεί ούτε να αποδεχτεί την κληρονομία ως αντιπρόσωπός του για τα επόμενα 8 έτη, μέχρι την ενηλικίωσή του, ο δε Γ θα δύναται, μετά την συμπλήρωση των 18 ετών και μέχρι τη συμπλήρωση του 19ου έτους της ηλικίας του να αποποιηθεί την κληρονομία.
Κατά έτερη ερμηνευτική εκδοχή, οι γονείς του ανήλικου κληρονόμου μπορούν να αποποιηθούν ή να αποδεχτούν ρητά ή σιωπηρά την κληρονομία του ανηλίκου, ο δε ανήλικος, μετά την ενηλικίωσή του και για ένα έτος, δύναται με την αποποίησή του να ανατρέψει την εν λόγω κατάσταση. Υπό την εκδοχή αυτή, αν οι γονείς αποποιηθούν, τότε το δικαίωμα του ανηλίκου για αποποίηση της κληρονομίας μετά την ενηλικίωσή του δεν θα έχει πρακτική σημασία. Από την άλλη, αν οι γονείς του ανηλίκου αποδεχτούν ρητά, σιωπηρά ή πλασματικά την επαχθείσα σε αυτόν κληρονομία, τότε, ο κληρονόμος, μόλις ενηλικιωθεί, θα έχει τη δυνατότητα αποποίησης και, συνακόλουθα, ανατροπής της μέχρι τότε οριστικής κληρονόμησης. Συνεπώς, στο ίδιο ως άνω παράδειγμα, αν η μητέρα του Γ εκμισθώσει ένα ακίνητο της κληρονομίας του πατέρα της, ενδέχεται να θεωρηθεί ότι έχει αναμειχθεί στην κληρονομία και ότι, κατ’ αυτόν τον τρόπο, έχει αποδεχτεί σιωπηρά την κληρονομία του Α υπό την ιδιότητα του νομίμου αντιπροσώπου του Γ. Ο μεν 10χρονος Γ, μετά την ενηλικίωσή του, θα μπορεί να ανατρέψει την μέχρι τότε παγιωμένη κατάσταση, αποποιούμενος την «οριστικά» επαχθείσα σε αυτόν κληρονομία. Υποστηρίζεται, βέβαια, ότι μια τέτοια συμπεριφορά, δηλαδή η αποποίηση του ενήλικου, πια, Γ μετά την σιωπηρή αποδοχή της Α θα ήταν αντιφατική ενώ, σε κάθε περίπτωση, θα δημιουργούσε ανασφάλεια στις συναλλαγές. Ως εκ τούτου, κατά την τελευταία αυτή άποψη, η ρύθμιση του άρ. 35 του ν. 4786/2021 θα πρέπει να περιοριστεί μόνο στην περίπτωση της πλασματικής αποδοχής κληρονομίας, όπου δεν έχει μεσολαβήσει προηγούμενη συμπεριφορά του αντιπροσώπου του ανήλικου κληρονόμου, προς την οποία να αντιφάσκει η μεταγενέστερη αποποίηση αυτού, παρά μόνον η παράλειψη υποβολής δήλωσης αποποίησης εντός της νόμιμης προθεσμίας. Συνεπώς, στο προηγούμενο παράδειγμα σιωπηρής αποποίησης εκ μέρους της Β, ο Γ δεν θα μπορούσε να αποποιηθεί μετά την ενηλικίωσή του την επαχθείσα σε αυτόν κληρονομία· διαφορετική θα ήταν η απάντηση αν η Β είχε παραλείψει να δηλώσει την αποποίηση της κληρονομίας για λογαριασμό του γιου της Γ εντός της προθεσμίας τεσσάρων μηνών από την εκ μέρους της γνώση της επαγωγής της κληρονομίας στον Γ και του λόγου αυτής, οπότε ο Γ, πλασματικά αποδεχθείς την επίμαχη κληρονομία που κατέλιπε ο Α, θα μπορούσε να απεμπλακεί αποποιούμενος μέχρι και ένα έτος μετά την ενηλικίωσή του, δίχως αυτή του η συμπεριφορά να μπορεί να χαρακτηριστεί ως αντιφατική έναντι της αδράνειας της μητέρας του Β να αποποιηθεί για λογαριασμό του. Η άποψη αυτή εντοπίζει τη διαφορά μεταξύ ρητής ή σιωπηρής, αφενός, και πλασματικής, αφετέρου, αποδοχής –στις μεν πρώτες ο γονέας του κληρονόμου ενεργεί, αποδεχόμενος ρητά, με σχετική δήλωση ή ενδεικνύοντας την εν λόγω αποδοχή μέσω της συμπεριφοράς του, στη δε δεύτερη ο γονέας αδρανεί, άλλως παραλείπει να προβεί σε αποποίηση– και περιορίζει την ανασφάλεια που δημιουργεί στις συναλλαγές και, ιδίως, στους δανειστές της κληρονομίας, μια γενικευμένη δυνατότητα ανατροπής μιας κληρονομικής διαδοχής.
Σημειωτέον ότι, μέχρι σήμερα, η νομολογία μας δεν έχει επιχειρήσει την ερμηνεία της επίμαχης διάταξης αναφορικά με το κατά πόσον, κατά τη διάρκεια της ανηλικότητας, οι νόμιμοι αντιπρόσωποι μπορούν να αποδεχτούν/αποποιηθούν, ενδεχόμενο που, κατά την ορθότερη άποψη, δεν πρέπει να αποκλειστεί, καθώς και με το κατά πόσον αυτή καταλαμβάνει όλες τις μορφές αποδοχής.
Αξίζει, πάντως, να σημειωθεί ότι, ήδη πριν την εισαγωγή της εν λόγω διάταξης, βασικό όχημα προστασίας του ανήλικου που κατέστη κληρονόμος συνεπεία πλασματικής αποδοχής αποτελούσε η δικαστική ακύρωση αυτής λόγω πλάνης, στο πρόσωπο των γονέων του, ως προς την ύπαρξη της προθεσμίας αποποίησης ή τη σημασία της άπρακτης παρέλευσής της (ΑΚ 1857 § 4). Η αγωγή για την ακύρωση της αποδοχής της κληρονομιάς ασκείται εντός έξι (6) μηνών από την αποδοχή ενώ, σε περίπτωση που οφείλεται σε εξακολουθητική πλάνη, η αγωγή μπορεί να ασκηθεί εντός έξι (6) μηνών από την άρση της πλάνης. Συχνά, δε, η νομολογία καταφάσκει τη συνδρομή του στοιχείου της ουσιώδους πλάνης στο πρόσωπο του κληρονόμου ή των νομίμων αντιπροσώπων του περί των διατάξεων που αφορούν την αποδοχή της κληρονομίας, ακόμη και στην περίπτωση που η πεπλανημένη εντύπωση οφείλεται σε παροχή εσφαλμένων νομικών συμβουλών δικηγόρου (ΕφΘεσσ 268/2020).
4. Η κατάσταση της κληρονομίας κατά το διάστημα της ανηλικότητας
Η παροχή του δικαιώματος αποποίησης στον ανήλικο για διάστημα ενός έτους από την ενηλικίωσή του διαιωνίζει την εκκαθάριση των κληρονομικών σχέσεων για χρόνο που, κατά περίπτωση, μπορεί να αγγίζει ακόμα και τα 19 έτη από τον θάνατο του κληρονομουμένου (στην οριακή περίπτωση όπου ο κληρονόμος γεννιέται λίγους μήνες ή ημέρες πριν τον θάνατο). Για όσο χρόνο ο ανήλικος δικαιούται να αποποιηθεί την κληρονομία που έχει επαχθεί προσωρινά σε αυτόν, η κληρονομία θεωρείται σχολάζουσα, δεδομένου ότι ο κληρονόμος της δεν είναι ακόμη βέβαιο ότι θα την αποδεχθεί (άρθρο 1 § 6 νόμου 4182/2013). Μέσω του θεσμού της σχολάζουσας κληρονομίας επιδιώκεται, κατά κύριο λόγο, η άρση της αβεβαιότητας ως προς το πρόσωπο του κληρονόμου μέσα από μια διαδικασία που κατατείνει στην ύστατη λύση της αναγνώρισης του Δημοσίου ως κληρονόμου εξ αδιαθέτου. Ο διοριζόμενος κηδεμόνας σχολάζουσας κληρονομίας αντιπροσωπεύει τον κληρονόμο, το πρόσωπο του οποίου δεν είναι ακόμα συγκεκριμένο, και διαχειρίζεται την κληρονομία έχοντας ως υποχρέωση, μεταξύ άλλων, να λάβει κάθε συντηρητικό μέτρο και να εισπράξει τις απαιτήσεις της κληρονομίας, προβαίνοντας ακολούθως σε έντοκη κατάθεση των χρημάτων (ΑΚ 1866). Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζονται και τα συμφέροντα των δανειστών της κληρονομίας για το διάστημα κατά το οποίο η κτήση αυτής είναι μετέωρη. Εξ’ ου και οι τελευταίοι εντάσσονται στα πρόσωπα που νομιμοποιούνται να ζητήσουν από την αρμόδια αρχή (Γενικός Γραμματέας Αποκεντρωμένης Διοίκησης ή Υπουργείο Οικονομικών, κατά περίπτωση) τον διορισμό κηδεμόνα, με το έννομο συμφέρον τους να στηρίζεται, εν προκειμένω, στο γεγονός ότι, εξαιτίας της αβεβαιότητας ως προς το πρόσωπο του κληρονόμου, δεν μπορούν να ασκήσουν δικαστικά τις αξιώσεις τους κατά της κληρονομίας. Οι δανειστές της κληρονομίας, συνεπώς, θα δικαιούνται και στην περίπτωση του ανήλικου κληρονόμου να αιτηθούν τον διορισμό κηδεμόνα σχολάζουσας κληρονομίας, η θητεία του οποίου μπορεί να αγγίζει τα 19 έτη, δεδομένης της μακράς προθεσμίας αποδοχής που εισάγει η νέα ρύθμιση του άρθρου 35 του νόμου 4786/2021.
5. Αντί επιλόγου
Αφορμή για την υιοθέτηση της νέας διάταξης του άρθρου 35 του νόμου 4786/2021 αποτέλεσε η προστασία του ανήλικου κληρονόμου σε περίπτωση αδράνειας των γονέων του ως προς την αποποίηση της κληρονομίας, η οποία έχει ως αποτέλεσμα την πλασματική αποδοχή αυτής με την πάροδο τεσσάρων (4) μηνών από την εκ μέρους των δεύτερων γνώση της επαγωγής και του λόγου της. Η διάταξη αυτή, που εσφαλμένα συσχετίζεται από τον νομοθέτη με τη διάταξη του άρθρ. 1912 ΑΚ περί σύνταξης απογραφής εντός ενός έτους από την ενηλικίωση του ανήλικου, οριστικού πάντως, κληρονόμου, ανατρέπει το καθεστώς αποποίησης κληρονομίας εκ μέρους ανήλικων προσώπων, όπως αυτό διαμορφώνεται δυνάμει των οικείων διατάξεων του Αστικού Κώδικα και προκαλεί ρήγμα σε βασικές αρχές που διέπουν το κληρονομικό δίκαιο. Μένει να δούμε το πως τα δικαστήριά μας θα επιχειρήσουν την ερμηνευτική προσέγγιση της καθόλα νέας αυτής ρύθμισης κατά τρόπο εναρμονιζόμενο προς το σύστημα και τις βασικές αρχές του Αστικού Κώδικα.